Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2008

Κωνσταντίνος Πιλάβιος - Τι είναι αυτο;



Γιατί το μόνο που θέλει το πράγμα είναι υπομονή και αγάπη.....ας τα δίνουμε απλόχερα!!!

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008

Active Member - Καλώς ήρθες παράξενε στο τόπο μου




Έτσι για να θυμηθούμε και τους "αγίους" της χώρας μας... μέρες που είναι.

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Βγάλτε επιτέλους τον σκασμό





Με αρρώστησε η σκέψη σας
και η δήθεν σας φιλία,
το τόσο ενδιαφέρον σας
εσάς των δήθεν κύριων
και της κάθε κυρίας.

Οι άψογοι οι τρόποι σας,
τι κάνετε;…πως είστε...;
Ειλικρινά μου λείψατε...
Πως χαίρει η υγεία σας...;
Πάντα καλά να μου είστε.

Δεν θέλω άλλα απ’ τα λόγια σας,
με χόρτασαν για χρόνια,
να βγάλετε θέλω το σκασμό
και όσα να πείτε θέλετε
μέσα στου χρόνου τη σιωπή
να μείνουνε αιώνια.

Νομίζετε ότι τα λόγια σας
μαγεύουν και τυφλώνουν,
και οι άτιμες οι πράξεις σας
περνάνε απαρατήρητες,
δεν καίνε…δεν πληγώνουν.

Νομίζετε πως δεν θα δω
τη σάπια τη ψυχή σας,
πως τόσο ισχυρά είναι τα λόγια σας
που πίσω από αυτά είστε ικανοί
να κρύψετε…την άνανδρη μορφή σας.

Βγάλτε σας λέω το σκασμό
τις λέξεις μη σκορπάτε,
με αυτές εγώ μεγάλωσα,
τις γνώρισα... τις λάτρεψα,
και εσείς τις βεβηλώνετε
ρήτορες που δηλώνετε,
καιρός να σιωπήσετε
και πια να μη μιλάτε

Τα λόγια σας είναι ψεύτικα,
παράταιρα από την ψυχή σας,
και η χρήση που τους κάνετε
νεκρώνει την αξία τους,
πληγώνει την ουσία τους,
και όσους τα λατρέψαμε
αφάνταστα μας πονάτε.

Τώρα θα πάψω κι εγώ,
να πω όσα είχα να πω
τα είπα...
τα λόγια μου εγώ δεν τα σκορπώ,
μεγάλη η αξία τους ,
και σεις παρά ένα μίασμα
στου κόσμου την αλήθεια.

Κρατήστε τις αποστάσεις σας
και την εκτίμησή σας,
τα λόγια σας τα ψεύτικα
τα χόρτασα... βαρέθηκα,
βγάλτε επιτέλους το σκασμό,
και χαρίστε μου... σας παρακαλώ,
απλόχερα...την περιφρόνησή σας.

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

Οργής συνταγή



Κορμί τσακισμένο
στο χώμα κτυπά,
τα μάτια του κλείνουν
μια ζωή ξεψυχά.

Μια καρδιά βιασμένη
από μολύβι καυτό,
τσαμπουκάς η αιτία
κι ένα όνειρο σβήνει...
ένα παιδί είναι
πλέον νεκρό.

Ένα δάκρυ αρχίζει
ν’ αποκτάει μορφή,
κι ένας θρήνος γεννιέται
καθώς θρύλος πλανιέται
για μια αθώα ζωή
που χάθηκε χωρίς αφορμή.

Οργής συνταγή,
η προετοιμασία ξεκινά,
η λογική προκαλεί
και μια εύφλεκτη κοινωνία,
με ασήμαντη,
είπαν οι ιθύνοντες αιτία,
τώρα παίρνει φωτιά.

Οι προστάτες οι θύτες
σε βωμό ανοχής,
ένα αθώο παιδί
προσφορά είπαν να κάνουν
σε θεό υποταγής.

Μα τραγωδία συνέβη
ατυχής επιλογής
και το αίμα που ρέει
να υπακούει δεν ξέρει
στο νόμο της σιωπής.


Οι κραυγές του στα αφτιά
φτάνουν περαστικών
και η αδικία που κρύβουν
σε γροθιές μετατρέπουν
χέρια νοθρά ...
ανθρώπων απλών.

Σαν ένα όλα, τώρα κτυπούνε,
σε ρυθμό οργής εκκωφαντικό,
αυτοί που να μας προστατεύουν
έπρεπε να προσπαθούνε,
Θεέ μου τι ειρωνεία;
Για συμπεριφορά αποκλίνουσα
σκοτώσαν τον Αλέξανδρο.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2008

Έρωτας φθηνός (Ελεάνα)




Έρωτας φθηνός
και χάδια χονδρική,
στο μισοσκόταδο πουλιούνται
από τα μεσάνυχτα μέχρι την πρώτη αυγή.

Σε χώρους που με πολυτέλεια
είναι ντυμένη η παρακμή,
κορμιά λικνίζονται
στο ρυθμό ,
και σε μουσική αισθησιακή.

Λίγο ποτό και δυο τσιγάρα
οι αναστολές για να χαθούν,
στο αλκοόλ και στο καπνό,
ένστικτα αρχέγονα,
έδαφος πρόσφορο να βρούν.

Και εκεί που μέσα στο μεθύσι
η ηθική έχει πνιγεί,
σε πλησιάζει μια μορφή,
που μέσα σ΄ όλη αυτή την ζάλη
μοιάζει να είναι αγγελική.

Με ένα χάδι πληρωμένο
την μοναξιά σου κυνηγά,
σε θήραμα στήνει καρτέρι
για να το εξαργυρώσει πιο μετά.

Με τρυφερότητα πλάστή
θα ξεγελάσει,
της μοναξιάς σου τις πληγές,
μόνο και μόνό για όταν θα φύγει
η θλίψη και η αγωνία να επιστρέψουνε
διπλές.

Με κορμί που θα ζηλεύαν
του Ολύμπου οι θεές,
και δυο κουρέλια που μόλις
κρύβουν
τις πιο ηδονικές περιοχές,
σε ζαλίζει με υποσχέσεις,
που τόσο απλόχερα χαρίζουν,
του κορμιού της οι κινήσεις
και οι υπέροχες γραμμές.

Και όταν πλέον μέσα στην μέθη
μόνο το ένστικτο καθάριο ζει,
θα σου ζητήσει να την αφήσεις
ολοκληρωτικά να σου δοθεί.
Τρυφερότητα και χάδια που
μοίαζουν τόσο αληθή,
θα στα δώσει ειλικρινά,
σε τιμή προσιτή… λογική.

Και όταν όλα έχουν τελειώσει
και το αλισβερίσι ολοκληρωθεί,
στο μάγουλο θα σε φιλήσει,
σε ευχαριστώ θα ψιθυρίσει,
ο χρόνος σου όμως τελείωσε
και τώρα το καρτέρι μου
από την αρχή,
για το επόμενο θήραμα,
πρέπει να στηθεί.

Καθώς το τέλειο κορμί
θα απομακρύνεται γοργά,
και η επιρροή από το καπνό και το αλκοόλ
πλέον θα αρχίζει να περνά,
ένα μίγμα από συμπόνια, ντροπή,
μοναξιά και ηδονή
την καρδιά σου πλημμυρίζουν,
και μια σκέψη σε στοιχειώνει
που σου καεί την ψυχή.

Έρωτας φθηνός
και χάδια χονδρική,
στο μισοσκόταδο πουλιούνται
από τα μεσάνυχτα μέχρι την πρώτη αυγή.
Αγάπες και έρωτες ακριβοί αυτοί τα συντηρούνε,
όμως της καρδιά σου οι πληγές για να επουλωθούνε
αυτή η φθήνια σε αρρωσταίνει… σε πνίγει…δεν αρκεί.

Και όμως για αυτές τις λίγες στιγμές,
παρότι ήξερες πως είναι πλαστές,
με μια διεστραμμένη λογική,
ένοιωσες ότι έστω με πληρωμή
κάποιος σε νοιάστηκε και ήταν εκεί…
Για ένα δευτερόλεπτο, για μία στιγμή,
απόλυτα σου δόθηκε,
τίποτα δεν ζήτησε…
δεν σε πρόδωσε….δε σε πλήγωσε,
μονάχα ένα ποτό … ένα χαμόγελο…
και φυσικά στο τέλος το αντίτιμο,
που εξ’ αρχής,
είχε συμφωνηθεί.

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Σαν κλείνω τα μάτια



Σαν κλείνω τα μάτια,
προτού κοιμηθώ,
αρχίζω ταξίδι
γλυκό και πικρό.

Ταξίδι σε χώρες,
ονειρικές,
διακοσμημένες
με δικές μας στιγμές.

Ματιές που μοιραστήκαμε
για μία στιγμή,
ένα σύντομο άγγιγμα
με δίχως φιλί.

Μια αγκαλιά δίχως τέλος,
μα και δίχως αρχή,
που δεν άφησες ποτέ
αγκαλιά να γενεί.

Δυο λόγια γλυκά
πως σε θέλω πολύ,
δυο λόγια πικρά
που ρωτούσαν γιατί.

Μια απορία για το αν,
είμαι αληθινός,
κρυφτό, για το αν παίζω,
στο σκοτάδι και στο φως.

Μια επίμονη σκέψη
που σε κρατάει κλειστή,
ότι για να σε ξεγελάσω
έχω βαλθεί.

Και μια απορία δικιά μου,
αν θες,
για το πώς σου φερθήκαν
το παρελθόν και το χθες.

Για το αν όλα αυτά
σε κρατάνε μακριά,
ή αν κοροϊδεύοντας διασκεδάζεις
με μια τσακισμένη καρδιά.

Με μια μελωδία στο βάθος
γλυκιά,
στο ίδιο ταξίδι
ξανά και ξανά.

Μελωδία που είναι
η δική σου φωνή,
μι’ αγκαλιά που αποκοιμίζει
κουρασμένο κορμί.

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008

Πες μου μονάχα σ’αγαπώ



Σφίξε τα χέρια γύρω μου
και πες μου σ’ αγαπάω,
σαν να είναι ετούτη η στιγμή
η μόνη που αξίζει σε αυτή τη γη,
την τελευταία να παραδώσω την πνοή...
δίχως πια να πονάω.

Βλέπω το τέλος να έρχεται
μα λόγια δεν έχουν μείνει,
για να σου πω αγάπη μου
το τι μέλει να γίνει.

Τα πάντα είναι γύρω μου
θολές, υγρές εικόνες
και η μόνη σκέψη στο μυαλό
στο θεό προσευχή να εκλιπαρώ,
όσες στιγμές τώρα θα έρθουνε,
για 'σένανε ψυχούλα μου,
να μην είναι οι μόνες.

Να ακολουθήσουν πολλές ,
γεμάτα δάκρυα ευτυχίας στιγμές,
και αυτό που ζητώ είναι δυο σπιθαμές,
να κρατήσεις σε μία από τις καρδιάς σου τις γωνιές,
και εκεί μέσα της ασφαλή...
για πάντα να με κρατήσεις.

Πες μου ξανά το σ’αγαπώ,
δεν το ξέρεις μα σε αποχαιρετώ,
και έχω ανάγκη δύναμη
γι αυτό που πρέπει να γίνει.

Το μόνο που εύχομαι ήταν να μπορώ
ένα να σου πω ευχαριστώ,
να σε αγκαλιάσω και σε ένα σ’ αγαπώ...
πάνω να ξεψυχήσω.

Το τέλος έφτασε είναι εδώ,
αγάπη μου σε αποχαιρετώ,
ένα τελευταίο πες μου σ’ αγαπώ,
γιατί με αυτό ξέρω...μπορώ,
αθάνατος να γίνω.


Αφιερωμένο...γιατι η αγάπη υπάρχει!!!
(Το video είναι από το youtube.com - http://www.youtube.com/watch?v=RiwBJcBHwyY&NR=1)

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2008

Παραπατώ…σκοντάφτω…πέφτω

Σκοτεινά σοκάκια ψάχνω
μία άκρη για να βρω,
παραπατώ…σκοντάφτω…πέφτω,
σαν μεθυσμένος τριγυρνώ.

Πυκνή ομίχλη έχει απλώσει
πέπλο θαμπό…αποπνιχτικό,
μεσ’ του μυαλού τις διαδρομές
τοπίο μοιάζει τρομακτικό.

Ο ήλιος από ώρα έχει δύσει
μα το φεγγάρι δεν είναι εδώ,
κάπου στροφή λάθος θα πήρε
κι απόψε δεν μπορώ να δω.

Τα πάντα γύρω θολές φιγούρες,
εικόνες από φιλμ που πήρε φως,
και μια βουή σκίζει τον αέρα
σαν από ράδιο μουσική
που η βελόνα δεν μπορεί
καλά να πιάσει τον σταθμό.

Από τις εικόνες ζαλισμένος
κοιτάω…μα δεν μπορώ να δω,
κι αυτή η βουή που δεν σωπαίνει,
τα θέλω μου όλα πνίγει….παίρνει.
Μέσ’ στην ομίχλη ζαλισμένος
σκοντάφτω…πέφτω…παραπατώ
και κάθε φορά μια σκέψη με πνίγει,
άραγε αν θα σηκωθώ.

Μέσα σ’ ετούτο το τοπίο
ψάχνω ένα φως για να σωθώ,
ψάχνω εικόνες να βρω καθάριες
μια μουσική που θ’ αγαπώ.

Μα η πρόβλεψη έλεγε γι απόψε
βαρομετρικό πως θα ‘χει χαμηλό,
και πως ο αέρας θα τιμήσει,
ετούτη τη βραδιά πως θα χαρίσει,
σε ένα παλιόφιλο που του λείπει
και που τον έλεγαν Μποφώρ.

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2008

Λόγια φυλακισμένα




Λέξεις που δε δαμάζονται,
ατίθασα θηρία,
μες του μυαλού τις διαδρομές
αναταράσσουν άνεμους
και φέρνουν τρικυμία.

Δεν έχουν υπόσταση ή μορφή,
χρώμα, αφή ή ύλη,
γεύση όμως αφήνουνε πικρή,
σα προσπαθήσεις να τις πεις
μουδιάζουνε τα χείλη.

Λόγια ποτέ δε γίνονται
τούτες εδω οι λέξεις,
γιατί φοβάσαι πως σαν ειπωθούν
το νόημα που κρύβουνε
δε θα μπορείς να αντέξεις.

Το στόμα λοιπόν μένει βουβό,
τα χείλη σφραγισμένα,
και προσπαθείς, όπως μπορείς,
οι λέξεις αυτές να μείνουνε
λόγια φυλακισμένα.

Δεσμά κάνεις τους φόβους σου,
άθραυστες αλυσίδες,
και φυλακίζεις τη φωνή
μη της ξεφύγει και σου πει,
όσα βαθιά πολύ έκρυψες,
και πληγωθεί η σιωπή
με ξεχασμένα όνειρα
κι αλήθειας καταιγίδα.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008

Η Υπόσχεση...




Ένα απόγευμα που κόβεται η πνοή σου
γιατί ξέρεις πως το βράδυ σαν θα ‘ρθει,
θα ξυπνήσουνε οι φόβοι της ψυχής σου
και τα όνειρα που κάνατε μαζί.

Θ’ ανατείλουν τα αστέρια που φωτίζαν,
κάποτε, τον σκοτεινό σου ουρανό,
και κοιτώντας τα θα καίει το κορμί σου
γιατί τώρα δεν είναι πια εδώ.

Θ’ ανατείλει στην καρδιά σου το φεγγάρι
που χαζεύατε τις νύχτες αγκαλιά,
και που μια υπόσχεση μπροστά του είχε πάρει
και στο αυτί στην είχε πει ψιθυριστά.

“Μια ζωή θα μας ενώνει η αγάπη
και ο έρωτας για μας θα τραγουδά,
στη ζωή θα πολεμάμε πλάι-πλαί
κι όταν πληγώνεσαι το δικό μου αίμα θα κυλά.”

‘Όμως τώρα να που έρχεται το βράδυ
και τη βρίσκει σε μιαν άλλη αγκαλιά,
κι η υπόσχεση μπροστά σου που είχε πάρει,
σαν δυο λέξεις που γραμμένες ήταν στην άμμο,
και που το κύμα μ’ ένα χάδι του τις πήρε μακριά...

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

Αχ λίγο μόνο αν μ’ άφηνες



Αγάπες που περάσανε
σε πλήγωσαν και φύγαν,
και οι έρωτες που διάλεγες
τα όνειρά σου πνίγαν.

Πληγές αφήσαν ανοικτές
και τραύματα που καίνε,
φόβους που κυριεύουνε,
δαίμονες που θεριεύουνε,
γι’ αγάπη όταν σου λένε.

Αχ λίγο μόνο αν μ’ άφηνες
απλά να σ’ αγαπήσω,
τους φόβους σου θα πάλευα
ζωή να σου χαρίσω.

Πληγές που σου έκανε η ζωή
θα μάτωνα για να κλείσω,
και τα όνειρα που σου σκότωσαν
με δάκρυα θ’ αναστήσω.

Φάρσες που σου έκανε η ζωή
σκοτώσαν τα όνειρά σου,
και δεν χωράει πια κανείς
μέσα στην αγκαλιά σου.

Δεσμώτες κρύβουνε καλά
τα πιο μεγάλα θέλω,
και στην συνήθεια αναζητάς
τον τρόπο να βρεις να μην πονάς,
αγάπη μου λες… δεν θέλω.

Αχ λίγο μόνο αν μ’ άφηνες
απλά να σ’ αγαπήσω,
τους φόβους σου θα πάλευα
ζωή να σου χαρίσω.

Πληγές που σου έκανε η ζωή
θα μάτωνα για να κλείσω,
και τα όνειρα που σου σκότωσαν
με δάκρυα θ’ αναστήσω.

Μα δεν αφήνεις πλέον κανένα
να πλησιάσει πιο κοντά,
τα συναισθήματά σου κρύβεις,
να νοιώθεις άλλο δεν θέλεις πια.

Δεν αντέχεις άλλο πόνο
και έτσι πια δεν προσπαθείς,
στην ρουτίνα αναζητάς,
τον τρόπο να βρεις να μην πονάς,
καταφύγιο να κρυφτείς.

Αχ λίγο μόνο αν μ’ άφηνες
απλά…να σ’ αγαπήσω…

Κυριακή 3 Αυγούστου 2008

Φώς



Λέξεις που γίνονται ξυράφια
και ανοίγουνε πληγές,
βασανιστικά σκαλίζουν
σκέψεις και όνειρα του χθες.

Σκέψεις που δε λένε να σωπάσουν
για στιγμές που έχουν χαθεί,
που βαθειά στου παρελθόντος
το χώμα έχουνε θαφτεί.

Κι όμως ακόμα στα αυτιά σου
φτάνουν ακέραιες οι φωνές,
αγωνίας που ζητάνε,
να τους φερθείς ως ζωντανές.

Όνειρα που εφιάλτες
έχουν γίνει από καιρό,
και που ακούραστα ζητάνε
ανάστασης, γλυκό νερό.

Γκρίζα και ρυτιδιασμένα
προσπαθούνε να σωθούν,
και χιλιάδες σκαρφίζονται τρόπους
στο μυαλό σου να γραπωθούν.

Και ‘συ εκεί, πληγωμένο ζώο
με τα ένστικτα νεκρά,
ψάχνεις τον τρόπο να επιβιώσεις,
μα τον τρόπο...
δεν ξέρεις πια.

Έτσι προσπαθείς με λέξεις
να ξορκίσεις το κακό,
γράφεις στίχους για να φτιάξεις
ένα ξόρκι μαγικό.

Είναι κόλπο που είχες μάθει
όταν ήσουνα μικρός,
χαρτί με λέξεις σαν συνδυάσεις,
θεραπευτικό παράγεις...
Φως.

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2008

Σβήνοντας...



Με χέρια αιματoβαμmένα
και τα μάτια μου υγρά,
κάθισα να λαξεύσω όπλα
έχοντας μόνα υλικά,
μια ψυχή που αχνοφέγγει
και μι’ ατίθαση καρδιά.

Με σφυρί, φωτιά κι αμόνι,
τη ψυχή σφυρηλατώ,
τρομερό όπλο να φτιάξω
να φοβίζει κάθε εχθρό.

Και την καρδιά μου ατσαλώνω,
με στρώσεις πολλές, προσεχτικά,
με έρωτες που χάθηκαν στο χρόνο...
με πόνο τη διακοσμώ και μοναξιά.

Με τον ιδρώτα μου θα σβήσω
τα πυρωμένα υλικά
και τη μουτζούρα θα ξεβγάλω...
κι από τα χέρια τα αίματα.

Τις πληγές από τις μάχες
που πολέμησα γυμνός,
θα καθαρίσω με σκοτάδι
και θα ξεπλύνω με λίγο φως.

Και ύστερα τελευταία στάση
στης Άρνης θα κάνω τη πηγή,
και τη κούπα θα γεμίσω...
την ανθρωπιά μου για να σβήσω...
και τη μνήμη να βοηθήσω
μέσα στο χρόνο να χαθεί.

Κι έτσι ξαναγεννημένος
τη γύμνια μου θ’ απαρνηθώ,
με όπλα πλέον θα την καλύψω
και με ένα χέρι στιβαρό.

Και στης μάχης το πεδίο
πάλι θα δώσω το παρόν...
μα αυτή τη φορά τη μάχη...
δεν θα τους την αρνηθώ.

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2008

Για μία στιγμή…για ένα λεπτό…




Χωρίς λουλούδια Κυριακές,
άναστρες, σκοτεινές βραδιές,
ξέρω πως θε να ζήσω,
κι εσένα που θέλω τόσο να βρω,
να αγαπήσω και να αγαπηθώ,
ένα κλεμμένο όνειρο
ποτέ δεν θα το ζήσω.

Θυμάμαι που σε είχα δει,
μια λάμψη από θεού αστραπή,
που έτσι απλά σε μια στιγμή
φώτισε την ψυχή μου.

Γλυκό το φως σου, ζωντανό,
έλουσε χώρο σκοτεινό,
και για μία στιγμή…ένα λεπτό,
σαν άπιστος μπρος στο Θεό
ένιωσα να χρωματίζεται
μ’ ελπίδα η ζωή μου.

Μα μια αστραπή για ένα λεπτό
μονάχα ζει, και σαν αερικό,
μέσα στου χώρου το κενό
σιγά-σιγά πεθαίνει.

Και εγώ προσπάθησα να βρω
χιλιάδες ξόρκια…φίλτρο μαγικό,
για να μπορέσω δανεικό
χρόνο να βρω για σένα.

Όμως μια δύναμη ζωής
τρόπος δεν υπάρχει…ψάξε…
δεν θα βρεις,
να την κρατήσεις δεν μπορείς,
λάμπει μονάχα για μια στιγμή
και ύστερα μία ανάμνηση,
μόνο ετούτο μένει.

Έτσι σε γνώρισα κι εγώ,
για μία στιγμή…για ένα λεπτό,
όμως ακόμα αναζητώ
ένα φίλτρο να φτιάξω, μαγικό,
πίσω που θα σε φέρει.

Πέμπτη 22 Μαΐου 2008

Πορτρέτο



Τα δάκτυλα τρέμουν
τη νύχτα αυτή
και λέξεις δεν υπάρχουν
το στόμα να πει.

Το χαρτί μοιάζει να είναι
ραγισμένο γυαλί.
Κάθε λέξη που γράφω
την σάρκα πληγώνει,
με πόνο αβάσταχτο
το μυαλό μου θολώνει,
και το αίμα καυτό
ρέει από κάθε πληγή.

Το χαρτί μουτζουρώνω
ξανά και ξανά.
Με πονάει…θυμώνω.
Σε χιλιάδες κομμάτια
με βία το σκίζω,
δώρο στον αγέρα το κάνω,
μαζί με τις σκέψεις μου
να το πάρει μακριά.

Σε μια αναζήτηση έχω χαθεί.
Χωρίς αποτέλεσμα…
Χωρίς λογική…
Της καρδίας μου πορτρέτο
έχω βαλθεί
να ζωγραφίσω απόψε
σε ένα κομμάτι χαρτί.
Μα σα κομμάτια από παζλ
που έχουν χαθεί.
μοιάζουν οι λέξεις,
δεν είναι εδώ…
στις σκοτεινές γωνιές του μυαλού μου
έχουν κρυφτεί.

Τα δάκτυλα τρέμουν
τη νύχτα αυτή,
και λέξεις δεν υπάρχουν
το στόμα να πει.
Μα τα δάχτυλα τρέμουν
γιατί έχουν πληγωθεί,
και το στόμα βουβό
κι αν είναι ,
δεν πειράζει,
γιατί απόψε το πορτρέτο
όχι με λόγια…
αλλά με αίμα θα βαφτεί.

Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

Η δικιά μου γειτονιά…



Κάθε βράδυ που γυρνάω
στην δικιά μου γειτονιά,
λες και μπαίνω σε ένα κόσμο
βαμμένο με χρώματα μελαγχολικά.

Τι κι αν οι φίλοι περιμένουν
υπομονετικά…σε κάθε γωνιά ;
Τι κι αν ξέρω πως μ’ αγαπάνε
δυνατά…πραγματικά ;

Τι κι αν η ζωή έχει κρεμάσει
στολίδια πολλά και λαμπερά ;
Τι κι αν τα δέντρα είναι ανθισμένα
με λουλούδια γεμάτα στα κλαδιά ;

Τι κι αν ο ήλιος γλυκά λούζει
κάθε απόμερη σκιά ;
Τι κι αν στέλνει ηλιαχτίδες
να ζεστάνει μια καρδιά ;

Στην δικιά μου γειτονιά
οι σκιές παραμονεύουν στης
ηλιαχτίδας την καρδιά,
και τα δέντρα αργοπεθαίνουν
έχοντας άνθη στα κλαδιά.

Οι φίλοι πάντα μουρμουρίζουν
τραγούδια που καίνε και πονάνε,
και η αγάπη που μου δίνουν
δάκρυα κάνουν να κυλάνε.

Όλα μοιάζουν λυπημένα
στην δικιά μου γειτονιά,
γκρίζα χρώματα…παραπονεμένα,
σίδερο που την ψυχή μου
πυρωμένο διαπερνά.

Κι όμως εκείνη κάθε βράδυ
η καρδιά μου λαχταρά,
γνώριμα, σκοτεινά σοκάκια,
που δεν με φοβίζουν πια.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2008

Μια βραδιά

Μια βραδιά που θα περάσει
δίχως λόγια τρυφερά,
μια βραδιά δίχως αγάπη,
μια βραδιά για μοναξιά.

Μια βραδιά που θα κοιτάζεις
το θεό και θ’ απειλείς,
αν του βαστάει να κατέβει
δυο κουβέντες να του πεις.

Να του πεις πως δεν αντέχεις
τόσο μόνος πια να ζεις
να του πεις να πάρει πίσω
το πολύτιμο δώρο της ζωής.

Να του πεις, ρε δε γουστάρω,
να του πεις, ρε δεν μπορώ,
να πληγώνω, να πονάω,
προκειμένου για να ζω.

Να του πεις πως για να ζήσω
το νοίκι είναι ακριβό,
ρε δεν γουστάρω να πληρώνω,
ρε δεν αντέχω πια να ζω.

Μια βραδιά που σε ζυγώνουν
δαίμονες και προσευχές,
μια βραδιά που μοιάζει το αύριο
να στραγγαλίζεται από το χθες.

Μια βραδιά δίχως συμπόνια
που θέλεις αίμα να γευτείς,
μια βραδιά που δεν γουστάρεις
και θέλεις αίμα να γευτείς.

Μια βραδιά που θα κοιτάζεις
το θεό και θ’ απειλείς,
αν σου βαστάει έλα για λίγο
και νοιώσε τον πόνο της ζωής.

Μια βραδιά που θα κοιτάζεις
το θεό και θ’ απορείς..
Εσύ άραγε αντέχεις...;
Εσύ άραγε μπορείς…;
Ότι αντέχω να τ’ αντέξεις…;
και ότι ζω κι εσύ να ζεις…;

Ένας τρελός…




Το βράδυ ντύνομαι Θεός
και παίζω με τα άστρα,
ένας τρελός που χάνεται
σε ερείπια από ναούς
και γκρεμισμένα κάστρα.

Ναοί που φιλοξένησαν
της μοίρας μου θυσίες,
πάνω σε πέτρινους βωμούς
που οι άγγελοι σμιλέψανε
πριν να γενούν των ανθρώπων
φύλακες ευτυχίας.

Τότε που δεν υπήρχανε
όρια και κανόνες,
τότε που ήταν οι άνθρωποι
ένα παιχνίδι θεϊκό,
φάρσες να καταστρώνουνε
για να περνούνε οι αιώνες.

Κάστρα που με κόπο χτίσανε
τα χέρια τα δικά μου,
κάθε πέτρα λαξεύσανε,
με ιδρώτα την μουσκέψανε,
από της ψυχής μου την ψυχή
και αίμα απ΄ την καρδιά μου

Με μάρμαρο τα ντύσανε
και ακριβό γρανίτη,
όσοι τα επισκέπτονται
να νοιώθουν δέος μα και θυμό,
γιατί ετούτο το αρχοντικό,
ιδιοκτησία ενός τρελού,
σε αυτούς ποτέ δεν θ’ ανήκει.

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

Μία αγάπης αγκαλιά



Ας δακρύσω κι ας πονέσω,
δεν με νοιάζει…ας χαθώ,
μια αγκαλιά αρκεί να ζήσω
στης αγάπης τον ρυθμό.

Δύο σώματα ενωμένα
σε αργό, γλυκό σκοπό,
που θα ‘χουν πλέον ξεπεράσει
κάθε τι το φυσικό.

Κάθε σκέψη να καλύψει
άρωμα μεθυστικό,
και ο κόσμος, προς τιμή τους,
να σταματήσει να γυρίζει
για ένα αιώνιο λεπτό.

Τα όνειρα να σταματήσουν
από τη ζήλια τους χλωμά,
όταν άξαφνα θα δούνε
μέσα στο ευλογημένο σύμπαν
πως υπάρχουν δημιουργίες
από αυτά πιο μαγικά.

Τα παραμύθια να ντραπούνε
και να νοιώσουνε μικρά,
ο μύθος τους όταν θα δούνε,
θεέ μου πόσο ωχριά,
όταν δίπλα θα σταθούνε
σε μια αγάπης αγκαλιά.

Μια αγκαλιά αρκεί να ζήσω
στης αγάπης το ρυθμό,
και μετά ας χαθώ…ας σβήσω,
τον θεό θα προσκυνήσω
και νοιώθοντας ευλογημένος
θα του πω…
”Σ’ ευχαριστώ.”

Μαχητής



Στη ζωή μου μαχητής
επέλεξα να πορευτώ,
δεν έμαθα να εγκαταλείπω,
δε ξέρω να οπισθοχωρώ.

Για ασπίδα την καρδιά μου
έχω μάθει να κρατώ,
λαξευμένη μέσα στη φλόγα
από κράμα οργανικό.

Και για όπλο έχω μάθει
χρόνια τώρα να βαστώ,
την ψυχή μου να προτάσσω
μπρος σε κάθε μου εχθρό.

Τη ζωή μου μία μάχη
τη φορά την πολεμώ,
τις πληγές δεν τις φοβάμαι
μ’ αυτές έμαθα να ζω.

Απ’ το αίμα μου έχω μάθει
να κερνάω τον εχθρό,
και όταν νομίζει πως νικάει
εγώ απλά...χαμογελώ.

Στην ζωή μου μαχητής
επέλεξα να πορευτώ,
τον θάνατο δεν τον φοβάμαι,
στην τελευταία μου την μάχη...
μαζί του θ΄ αναμετρηθώ.

Κρήτη..




…σε ξέρει ετούτο το κορμί
το χεις πελεκημένο,
με το σκληρό το χώμα σου
το χεις αναθρεμμένο.

…σε ξέρει ετούτη η ψυχή
πνοή της έχεις δώσει,
από παιδί τη φλόγα σου
μέσα της έχει νοιώσει.

…σε ξέρει ετούτη η καρδιά
το αίμα που σ’ έχει ποτίσει,
βαθιά μέσα στις φλέβες της
θα ρέει μέχρι να σβήσει.

Με αίμα, χώμα και φωτιά
η Κρήτη μας σμιλεύει
και μ’ ένα γλυκό μάνας φιλί,
κορμί, καρδιά μα και ψυχή...
στο χρόνο σημαδεύει.

Μην αφήσεις

Σαν ακούσεις τις βουβές τις προσευχές
και της σιωπής το ουρλιαχτό σα σε τρομάξει,
μην αρνηθείς τις κρυφές σου τις ευχές
και τα όνειρα που κάνεις πριν χαράξει.

Σα σκοτεινό φως γύρω σου απλωθεί
και ακίνητος ο χρόνος θα περνάει,
η ψυχή σου πρόσεξε μην νεκρωθεί,
τη ζωή σου μην αφήνεις να κυλάει.

Οι δαίμονες με δώρα σαν θα ‘ρθουν
και οι άγγελοι με κατάρες σε ζυγώσουν,
τα παραμύθια που έπλεκες μικρός
μην αφήσεις γκρίζα και μουντά να μαραζώσουν.

Μην αφήσεις το μαύρο πέπλο της νυχτιάς
και τα σύννεφα που κρύβουν τα αστέρια,
να σου κλέψουν της καρδιάς σου τα προικιά,
της ψυχής σου τα λευκά τα περιστέρια.

Μην αφήσεις το τραγούδι της σιωπής
και τους ψίθυρους που σε έχουν ξεκουφάνει,
τις ψαλμωδίες να σου κλέψουν,
που σα παιδί,
στο μυαλό σου μια βραδιά είχες υφάνει.

Σαν ακούσεις τις βουβές τις προσευχές
και της σιωπής το ουρλιαχτό σα σε τρομάξει,
μη βυθιστείς σε σκοτεινές διαδρομές,
ένα δάκρυ πικρό απλά, άσε να στάξει.

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

Για πάντα εκεί…




Ακόμα μία νύχτα που είμαι μόνος…ακόμα μία νύχτα που άφησα τη ζωή να με προσπεράσει…ή άραγε με προσπέρασε χωρίς καν να με ρωτήσει; Τόσα χρόνια με προσπερνάει γιατί να μην κάνει το ίδιο και αυτό το βράδυ; Είχα την ευκαιρία να βρεθώ με φίλους, με ανθρώπους που με νοιάζονται και με αγαπάνε…ανθρώπους που λάμπει το πρόσωπο τους όταν με βλέπουν…ξέρεις, όπως κάνουν οι πραγματικοί φίλοι…μην φανταστείς, δεν είναι πολλοί, μία χούφτα άνθρωποι…όμως τελευταία ακόμα και αυτοί δεν είναι ικανοί να με καταλάβουν…να περιορίσουν την θλίψη μου…να σκοτώσουν την μοναξιά μου.

Η μοναξιά μου…όσο θυμάμαι την ζωή μου ήταν πάντα εκεί…ακούραστη, άφθαρτη και πάντα τόσο πιστή. Πολλές φορές προσπάθησα να της ξεφύγω…και άλλες να την κάνω να με εγκαταλείψει εκείνη…όμως με κοιτούσε πάντα με ένα γλυκό χαμόγελο γεμάτο σιγουριά σαν να μου έλεγε…ok, ζήσε την περιπετειούλα σου μακριά μου, άνοιξε τα φτερά σου και πέτα όσο πιο μακριά μπορείς…πάλι σε εμένα θα γυρίσεις όταν ο ανοιχτός ουρανός κουράσει τα φτερά σου…όταν οι άνθρωποι και πάλι σε πληγώσουν…όταν ακόμα μία αγάπη σου πεθάνει, πάλι σε εμένα θα γυρίσεις.

Στην αγκαλιά μου και πάλι θα βρεις καταφύγιο…στον δικό μου ώμο θα κυλήσει το δάκρυ σου…ο δικός μου λόγος θα σε παρηγορήσει…η δικιά μου αγάπη θα γιάνει τις πληγές σου. Βλέπεις με ξέρει πολύ καλά τόσα χρόνια που είμαστε μαζί, και παρά την εκνευριστική σιγουριά της, την υπεροπτική αλαζονεία της, δεν μπορώ παρά να της είμαι ευγνώμων γιατί έχει δίκιο…είναι πάντα εκεί…αυτή είναι που είχε μαζέψει το κουφάρι μου όταν με είχαν αφήσει για νεκρό και ξανά το γέμισε με ζωή…αυτή είναι που πάντα εκεί ήταν, να μου δώσει αγάπη όταν οι υπόλοιποι απλά να παίρνουν ήθελαν…αυτή ήταν που σε κάθε μου χαρά ήταν δίπλα μου, να τη μοιραστεί μαζί μου χωρίς ίχνος ζήλιας, χωρίς ίχνος φθόνου …αυτή ήταν…όλες τις φορές μόνο αυτή.

Και πάλι αυτή είναι που όταν όλα αρχίζουν και μου φταίνε…όταν τα κομμάτια μου, που εκείνη με βοήθησε να ανασυντάξω από κάποιο προηγούμενο χτύπημα που είχα υποστεί επειδή είχα φύγει από κοντά της, και πάλι ενωθούν…αυτή είναι που θα γίνει ο αποδιοπομπαίος μου τράγος…σε εκείνη όλα το φταίξιμο για την αβάσταχτη καθημερινότητα μου θα ρίξω και ακόμα μία φορά από μακριά της θα προσπαθήσω να φύγω. Για να κυνηγήσω τα όνειρα που εκείνη μου στέρησε…για να γνωρίσω ανθρώπους που εκείνη έδιωξε από κοντά μου…για να βρω την αγάπη που εκείνη μου έκρυψε…και όλα αυτά για να με κρατήσει για πάντα μαζί της. Για όλα αυτά και πάλι θα την κατηγορήσω και ακόμα μια φορά από την ζωή μου θα την διώξω…για ακόμα μια φορά σίγουρος ότι αυτή θα είναι η φορά που το χαμόγελο από τα χείλη της θα σβήσω…για πάντα.

Όπως όμως λένε, όσοι στην πραγματικότητα ζούνε, μία φορά μόνο πεθαίνουν, αλλά όσοι στα όνειρα ζούνε με τον θάνατο κάθε τους ονείρου πεθαίνουν…ξανά και ξανά…ατελείωτες φορές…και κάθε φορά πιο οδυνηρά από την προηγούμενη, και έχω ζήσει πολλούς τέτοιους θανάτους για να σου περιγράψω την οδύνη που νοιώθω αυτή την στιγμή. Άραγε τι ήταν αυτό που με έκανε να πιστέψω ότι αυτή η φορά θα ήταν διαφορετική από όλες τις προηγούμενες; Ότι αυτή τη φορά θα τα κατάφερνα;

Έτσι, τώρα που και πάλι μέσα από τον θάνατο των καινούργιων μου ονείρων νέοι εφιάλτες πήραν ζωή…τώρα που και πάλι όλοι εκείνοι που θα με έσωζαν από την μοναξιά μου πλιάτσικο έχουν στήσει πάνω στα ερείπια της ζωής μου…τώρα που μια ακόμα καινούργια αγάπη την καρδιά μου έχει για τρόπαιο πάνω από το κρεβάτι της…τώρα ναι…τώρα πλέον όλα είναι τόσο ξεκάθαρα…τώρα εκείνη και πάλι θα αναζητήσω…εκείνη που το απαλό της χάδι θα διώξει τους εφιάλτες μου και νέα όνειρα από την αρχή θα πλάσει…εκείνη που από την δικιά της καρδιά κομμάτι θα κόψει δικιά μου καρδιά για να φτιάξει…εκείνη που μέσα από τα ερείπια πόλη μεγαλόπρεπη και πάλι θα αναστήσει…εκείνη…ακούραστη… άφθαρτη…πιστή…για πάντα εκεί.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008

Ψυχής διάλογοι…

Δώσε μου κάτι να πιαστώ,
στήριγμα για να αντέξω,
ένα κομμάτι ουρανό
μέσα σε τούτο το κενό
λίγη να πάρω δύναμη
ζωή για να παλέψω.

Τα πάντα μέσα στο μυαλό
φωνάζουν… μην αλλάξεις.
Από τον πόνο μέθυσαν
τα όνειρα και πέθαναν,
σταμάτα πια…μην προσπαθείς,
πόνο ξανά θα εισπράξεις.

Ουρλιάζει όλο το κορμί
μην με πληγώνεις άλλο…μη.
Εδώ κάτσε να μείνουμε,
από τα νεκρά μας όνειρα θα τρεφόμαστε
και το αίμα από τις πληγές μας θε να πίνουμε,
έχουμε μπόλικη τροφή,
γιατί να βγούμε από την βολή;
Μην με πληγώσεις άλλο…μη.

Γιατί δεν θέλεις να το δεις;
Κουράστηκες απλά να προσπαθείς.
Δεν θέλω άλλο να μεθώ
από παλιών πληγών ποτό,
και η τροφή που μου μιλάς
μου ανακατεύει τα σωθικά,
νεκρώνει την μαύρη μου καρδιά.
Θέλω καινούργια πια να βρω…
Κουράστηκα να αναμασώ.

Σταμάτα πια…όλο μιλάς.
Για νέα όνειρα…
‘Ομως ρωτάς…;
Που θα τον βρω τον ουρανό;
Δύναμη να πάρω…για να μπορώ.
Όλα αυτά που εσύ ζητάς…
να προσπαθώ .
Όταν από τα τραύματα σου τα παλιά
πονάω ακόμα…και εσύ πονάς.
Πόσα να αντέξει μία καρδιά;
Σταμάτα πια…όλο μιλάς.

Γονατιστός σε εκλιπαρώ,
βοήθεια θέλω…μόνος δεν μπορώ.
Δεν είναι τα λόγια που πονάνε
μα όλα αυτά που χάσαμε,
σε άγνωστους τα μοιράσαμε.
Όμως μπορούμε οι δυό μαζί
να βγούμε και πάλι στη ζωή,
κι άλλο να μην αφήνουμε
τις μέρες να περνάνε.

Δώσε μου κάτι να πιαστώ,
στήριγμα για να αντέξω,
τα χρόνια που μας έκλεψα
που θρήνησα και έκλαψα,
υπόσχεση κάνω…όρκο ιερό,
δώσε μου λίγη δύναμη
και πάλι σαν να ήμουνα παιδί
για εκείνα θα παλέψω.

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2008

Προσπαθώ κάτι γράψω

Προσπαθώ κάτι γράψω
για να νοιώσω ζωντανός,
να πιστέψω ότι υπάρχω,
να φωνάξω…δεν είμαι νεκρός.

Προσπαθώ να βρω δυο λέξεις
σ’ αγαπάω να σου πω,
μα ψυχή μου μες στο μαύρο
έχεις χαθεί…δεν είσαι εδώ.

Ένα ανθρώπινο κουφάρι
έχει μείνει μοναχά,
που δεν νοιώθει… δεν πονάει,
πέρασαν πλέον τόσα χρόνια
που έπαψε να καρτερά.

Ένα καράβι σκουριασμένο
που αραγμένο αναπολεί,
και καρτερικά αναμένει
λύτρωση στο θάνατο να βρει.

Λαμαρίνες κουρασμένες
από χιλιόμετρα πολλά,
και από θύελλες, φουρτούνες,
το σκαρί του πληγωμένο
γιατρειά στη λήθη αναζητά.

Κάποτε ήταν τα ταξίδια
μέσα από κύματα βουνά,
που αναζητούσε πριν τελειώσουν
να αρχίσουνε ξανά.

Κάποτε ήταν οι τόποι
που ποτέ δεν είχε δει,
που γεμίζαν την καρδιά του
με όνειρα και προσμονή.

Όμως πλέον τα σημάδια
απ’ τα ταξίδια φανερά,
κύματα άλλα δεν αντέχει,
όνειρα δεν έχει πια.

Τώρα θέλει να ξεχάσει,
μες στο χρόνο να χαθεί,
φιλικά οικεία νερά
το σκαρί του να αγκαλιάσουν
και κει αποκαμωμένο
να γείρει και να κοιμηθεί.

Προσπαθώ κάτι γράψω
για να νοιώσω ζωντανός,
όμως πλέον δεν υπάρχω…
όμως πλέον είμαι νεκρός.

Ψάχνω…

Μέσα στου κόσμου τη βουή
ψάχνω να βρώ τη σιωπή,
για να μπορέσω μία στιγμή
να νοιώσω πως υπάρχω.

Μέσα σε ξένες προσευχές
και ουρλιαχτά από ξένες πληγές,
μία απόμερη σκιά
ψάχνω, να ξαποστάσω.

Στης νύχτας μέσα την αγκαλιά
μία σκοτεινή ψάχνω σπηλιά,
τα όνειρα που επέζησαν
μέσα της να φυλάξω.

Και μέσα στο φως ψάχνω γωνιά
που να μην ζούν αρπαχτικά,
το σώμα μου απ’ τις πληγές
που γέμισαν ξένες ζωές,
να πάρω λίγη δύναμη
για να το απαλλάξω.

Μέσα στο χρόνο ψάχνω στιγμές,
μη φανταστείς δεν θέλω πολλές,
στη ραγισμένη μου καρδιά
φροντίδα να προσφέρω.

Μα είναι σπάνιες...μικρές,
ανάγκη τις έχουν πολλές ψυχές,
κι όλο μοιάζει πιο δύσκολο
το να τα καταφέρω.